Πνίγω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πνίγω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
угушило, го угушило, задушавам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πνίγω
πνίγω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πνίγω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πλύσιμο στα σλαβομακεδονικά - перење, за перење, миење, за миење, миење на
- πνίγομαι στα σλαβομακεδονικά - задушуваат, да го задуши, се задушува, ја задушуваат
- πνευματικά στα σλαβομακεδονικά - Авторски права, Copyright, Авторско право, авторските права, за авторски права
- πνευματικός στα σλαβομακεδονικά - духовен, духовно, духовна, духовни, духовниот
Τυχαίες λέξεις
Πνίγω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: угушило, го угушило, задушавам
Μεταφράσεις: угушило, го угушило, задушавам