Πυροβολώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: πυροβολώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šaudyti, ugnis, šauti, gaisras, liepsna, kol, fotografuoti, nušauti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυροβολώ
πυροβολώ μεταφραση, πυροβολώ κλιση, πυροβολώ ονειροκρίτης, πυροβολώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πυροβολώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πυροβολικό στα λιθουανικά - artilerija, artilerijos, Artillery, artileriją
- πυροβολισμός στα λιθουανικά - nuotrauka, kadras, šūvis, smūgiuotas kamuolys, smūgis
- πυροβόλησα στα λιθουανικά - šaudyti, kol, fotografuoti, nušauti
- πυροδότηση στα λιθουανικά - šaudymas, šaudymo, deginimas, deginantis, degimas
Τυχαίες λέξεις
Πυροβολώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šaudyti, ugnis, šauti, gaisras, liepsna, kol, fotografuoti, nušauti
Μεταφράσεις: šaudyti, ugnis, šauti, gaisras, liepsna, kol, fotografuoti, nušauti