Σκορπίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σκορπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išpurtyti, iškrato, pat iškrato, taip pat iškrato, iškrėsti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκορπίζω
σκουπίζω συνώνυμα, σκορπίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σκορπίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σκοράρω στα λιθουανικά - pažymys, rezultatas, rezultatu, balas, įvertinimas, rezultatą
- σκορβούτο στα λιθουανικά - niekingas, skorbuto, skorbutas, niekšiškas, bjaurus
- σκοτίζομαι στα λιθουανικά - lįsti, rūpintis, nerimauti, vargintis, trukdyti, bother
- σκοτεινός στα λιθουανικά - tamsus, naktis, tamsa, neaiškus, vakaras, Tamsiai, tamsi, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκορπίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išpurtyti, iškrato, pat iškrato, taip pat iškrato, iškrėsti
Μεταφράσεις: išpurtyti, iškrato, pat iškrato, taip pat iškrato, iškrėsti