Στριφογύρισμα στα λιθουανικά

Μετάφραση: στριφογύρισμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užsukimas, Kręcić, sukimas, sukinėti, atsisukti
Στριφογύρισμα στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στριφογύρισμα

στριφογύρισμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στριφογύρισμα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • στριμώχνω στα λιθουανικά - kampas, sumuštinis, sandwich, sumuštiniai, sumuštinių, sumuštinį
  • στριφογυρίζω στα λιθουανικά - kraipytis, krutėti, raitytis, rangymasis, raitymasis
  • στριφτάρι στα λιθουανικά - Pasukamas, pasukama, Swivel, su pasukamaisiais, sukimuisi
  • στροβιλίζομαι στα λιθουανικά - verpetas, sūkurys, Eddy, sūkurinių
Τυχαίες λέξεις
Στριφογύρισμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: užsukimas, Kręcić, sukimas, sukinėti, atsisukti