Συνορεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: συνορεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šlietis, Ribojasi, būti greta, ribotis, liesti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνορεύω
συνορεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνορεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συνομιλώ στα λιθουανικά - kalbėtis, kalbėti, pokalbis, aptarimas, kalbama, talk
- συνομοσπονδία στα λιθουανικά - konfederacija, konfederacijos, konfederacijai, konfederacinė, konfederaciją
- συνουσία στα λιθουανικά - santykiai, lytinis, lytiniai santykiai, lytinių santykių, lytinis aktas
- συνοφρυώνομαι στα λιθουανικά - raukytis, susiraukti, nepritarimo reiškimas, paniurti
Τυχαίες λέξεις
Συνορεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šlietis, Ribojasi, būti greta, ribotis, liesti
Μεταφράσεις: šlietis, Ribojasi, būti greta, ribotis, liesti