Συνορεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: συνορεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
опиратись, спиратися, примкніть, приєднати, спиратись, приєднувати, межуйте, з'єднати, примикати, приєднуватися, прилягати, примикатиме, долучатися
Συνορεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνορεύω

συνορεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συνορεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συνομιλώ στα ουκρανικά - перевернутий, спілкуватись, розмова, розмову, розмови
  • συνομοσπονδία στα ουκρανικά - конфедерація
  • συνουσία στα ουκρανικά - міжреберний, розрізний, спілкування, Общение, Співтовариство
  • συνοφρυώνομαι στα ουκρανικά - насупитися, насуплюватися, супити, нахмурювати, нахмурити, насупити, хмуртеся, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνορεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: опиратись, спиратися, примкніть, приєднати, спиратись, приєднувати, межуйте, з'єднати, примикати, приєднуватися, прилягати, примикатиме, долучатися