Τάφρος στα λιθουανικά
Μετάφραση: τάφρος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
griovys, užtvanka, pylimas, apsupti grioviu, grioviu, Fosa, skrenda
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τάφρος
τάφρος κέρμαντεκ, τάφρος μαριάννα, τάφρος του κέρμαντεκ, τάφρος συνώνυμα, ταφρος των μαριανών, τάφρος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τάφρος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τάση στα λιθουανικά - įtampa, kryptis, tendencija, polinkis, tendencijos, tendenciją, tendencijas, ...
- τάφος στα λιθουανικά - kapas, rimta, kapo, rimtas, rimtą
- τέλεια στα λιθουανικά - puikiai, visiškai, idealiai, tobulai, nepriekaištingai
- τέλειος στα λιθουανικά - puikus, puiki, puikiai, tobula, tobulas
Τυχαίες λέξεις
Τάφρος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: griovys, užtvanka, pylimas, apsupti grioviu, grioviu, Fosa, skrenda
Μεταφράσεις: griovys, užtvanka, pylimas, apsupti grioviu, grioviu, Fosa, skrenda