Ύποπτος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ύποπτος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įtarti, įtartinas, įtariamas, įtariamasis, įtariamajam
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύποπτος
ύποπτος - ήθελα να πιώ, ύποπτος - η πιο γλυκιά μπαλάντα, ύποπτος συνώνυμα, ύποπτος για φόνο, ύποπτοσ θόρυβοσ για καραμανλή, ύποπτος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ύποπτος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ύπνος στα λιθουανικά - miegas, Sleep, miego, miegoti, miega
- ύπνωση στα λιθουανικά - hipnozė, Hypnosis, įtaiga, Hipnoze, hipnozės
- ύπουλος στα λιθουανικά - gudrus, Katės, catty, Leis, Katė panašus, Viltīgs
- ύστατος στα λιθουανικά - pagrindinis, galutinis, galutinė, galutiniam, svarbiausias
Τυχαίες λέξεις
Ύποπτος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įtarti, įtartinas, įtariamas, įtariamasis, įtariamajam
Μεταφράσεις: įtarti, įtartinas, įtariamas, įtariamasis, įtariamajam