Ύποπτος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ύποπτος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
осомничениот, осомничен, сомневаат, осомничен за, се сомневаат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύποπτος
ύποπτος - ήθελα να πιώ, ύποπτος - η πιο γλυκιά μπαλάντα, ύποπτος συνώνυμα, ύποπτος για φόνο, ύποπτοσ θόρυβοσ για καραμανλή, ύποπτος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ύποπτος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ύπνος στα σλαβομακεδονικά - сон, спиење, спиењето, сонот, спие
- ύπνωση στα σλαβομακεδονικά - хипноза, хипнозата, на хипноза, на хипнозата
- ύπουλος στα σλαβομακεδονικά - ехиден
- ύστατος στα σλαβομακεδονικά - крајната, крајна, крајниот, врвен, крајните
Τυχαίες λέξεις
Ύποπτος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: осомничениот, осомничен, сомневаат, осомничен за, се сомневаат
Μεταφράσεις: осомничениот, осомничен, сомневаат, осомничен за, се сомневаат