Αναβιώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: αναβιώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjenopplive, å gjenopplive
Αναβιώνω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβιώνω

αναλώνω λεξικο, αναβιώνω ορισμός, αναβιώνω συνώνυμα, αναλύω συνώνυμα, αναβιώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αναβιώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αναβίωση στα νορβηγικά - gjenoppliving, vekkelse, revival, vekkelsen, gjenopplivingen
  • αναβαθμίζω στα νορβηγικά - oppgradering, oppgraderingen, oppgraderings, oppgradere
  • αναβλύζω στα νορβηγικά - god, bra, brønn, frisk, utbrudd, sprut, sprute, ...
  • αναβολή στα νορβηγικά - utsettelse, utsettelsen, utsatt, utsettelser
Τυχαίες λέξεις
Αναβιώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: gjenopplive, å gjenopplive