Βασανίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: βασανίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kval, pine, bedrøve, plage, tortur, besette, besatt, besatt av, obsess
Βασανίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βασανίζω

βασανίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βασανίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • βασίλειο στα νορβηγικά - kongerike, riket, rike, kingdom, kongedømme
  • βασίλισσα στα νορβηγικά - dronning, queen size, dronningen, Queen
  • βασανιζόμενος στα νορβηγικά - vasanizomenos
  • βασανισμός στα νορβηγικά - tortur, kval, plage, pine, grusomhet, Grusomhetens, Cruelty, ...
Τυχαίες λέξεις
Βασανίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kval, pine, bedrøve, plage, tortur, besette, besatt, besatt av, obsess