Διεξάγω στα νορβηγικά
Μετάφραση: διεξάγω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppførsel, atferd, adferd, opptreden, gjennomføring
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διεξάγω
διεξάγω μετάφραση, διεξάγω συνώνυμα, διεξάγω αγγλικά, διεξάγω παρατατικός, διεξάγω in english, διεξάγω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διεξάγω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διεκπεραίωση στα νορβηγικά - håndtering, håndteringen, behandling, håndtering av
- διενέργεια στα νορβηγικά - bedrift, ervervelse, gjennomføre, gjennomfører, fører, drive, å gjennomføre
- διεξοδικός στα νορβηγικά - omfattende, detaljert, vid, uttømmende, utfyllende, fullstendig, grundig
- διεργασία στα νορβηγικά - gransking, inspeksjon, undersøkelse, eksamen, prøve, prosess, prosessen
Τυχαίες λέξεις
Διεξάγω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: oppførsel, atferd, adferd, opptreden, gjennomføring
Μεταφράσεις: oppførsel, atferd, adferd, opptreden, gjennomføring