Διεξάγω στα ουγγρικά

Μετάφραση: διεξάγω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
magaviselet, életvitel, magatartás, magatartási, magatartása, magatartását, magatartásának
Διεξάγω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεξάγω

διεξάγω μετάφραση, διεξάγω συνώνυμα, διεξάγω αγγλικά, διεξάγω παρατατικός, διεξάγω in english, διεξάγω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διεξάγω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διεκπεραίωση στα ουγγρικά - tranzakció, megkötés, kezelés, kezelése, kezelési, kezelését, kezelésre
  • διενέργεια στα ουγγρικά - lefolyás, csiszoltság, vezető, végző, elvégzéséért, folytat, lebonyolítása
  • διεξοδικός στα ουγγρικά - külterjes, kiterjedt, kimerítő, teljes, teljes körű, kimerítő jellegű, részletes
  • διεργασία στα ουγγρικά - folyamat, eljárás, folyamatot, folyamatban, folyamata
Τυχαίες λέξεις
Διεξάγω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: magaviselet, életvitel, magatartás, magatartási, magatartása, magatartását, magatartásának