Επιληπτικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: επιληπτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
epileptisk, epileptiske, epilepsi, epileptiker, epileptic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιληπτικός
επιληπτικός σκύλος, επιληπτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επιληπτικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επιλέγω στα νορβηγικά - kåre, velge, velger, å velge, velg, velger du
- επιλεκτικός στα νορβηγικά - selektiv, selektive, selektivt
- επιληψία στα νορβηγικά - epilepsi, av epilepsi
- επιλογή στα νορβηγικά - utsøkt, valg, utvalg, opsjon, alternativ, alternativet
Τυχαίες λέξεις
Επιληπτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: epileptisk, epileptiske, epilepsi, epileptiker, epileptic
Μεταφράσεις: epileptisk, epileptiske, epilepsi, epileptiker, epileptic