Επιληπτικός στα τσεχικά
Μετάφραση: επιληπτικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
epileptik, epileptický, epileptické, epilepsii, epileptická
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιληπτικός
επιληπτικός σκύλος, επιληπτικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιληπτικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επιλέγω στα τσεχικά - volit, zvolit, rozhodnout, vybrat, zvolte, Výběr, vyberte
- επιλεκτικός στα τσεχικά - selektivní, výběrové, selective, selektivním, selektivního
- επιληψία στα τσεχικά - epilepsie, epilepsii, epilepsií, padoucnice, epileptologickou
- επιλογή στα τσεχικά - vybírání, výběr, elita, volba, sortiment, výkvět, alternativa, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιληπτικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: epileptik, epileptický, epileptické, epilepsii, epileptická
Μεταφράσεις: epileptik, epileptický, epileptické, epilepsii, epileptická