Αίθουσα στα ολλανδικά

Μετάφραση: αίθουσα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gang, hal, Hall, zaal, zaal van
Αίθουσα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αίθουσα

αίθουσα του θρόνου, αίθουσα τέχνης αθηνών, αίθουσα αλεξάνδρα τριάντη, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του δημαρχείου θεσσαλονίκης, αίθουσα τέχνης ena, αίθουσα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αίθουσα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αέτωμα στα ολλανδικά - puntgevel, geveltop, gevel, gable, gevelspits
  • αίγλη στα ολλανδικά - autoriteit, prestige, gezag, betoverend, betovering, aantrekkingskracht, glamour, ...
  • αίθριος στα ολλανδικά - iel, net, fraai, kieskeurig, geldboete, kies, mooi, ...
  • αίμα στα ολλανδικά - geboorte, bloed, afkomst, het bloed, van bloed, bloed te
Τυχαίες λέξεις
Αίθουσα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gang, hal, Hall, zaal, zaal van