Αίθουσα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αίθουσα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
entreabrir, salão, corredor, sala, hall de, sala de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αίθουσα
αίθουσα του θρόνου, αίθουσα τέχνης αθηνών, αίθουσα αλεξάνδρα τριάντη, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του δημαρχείου θεσσαλονίκης, αίθουσα τέχνης ena, αίθουσα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αίθουσα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αέτωμα στα πορτογαλικά - empena, frontão, gable, duas águas, de duas águas
- αίγλη στα πορτογαλικά - prestígio, fascinação, deslumbramento, sedução, glamour, encanto
- αίθριος στα πορτογαλικά - belo, a coimar, fino, bonito, brando, excelente, delicado, ...
- αίμα στα πορτογαλικά - sangue, arterial, de sangue, sanguínea, sanguíneo
Τυχαίες λέξεις
Αίθουσα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: entreabrir, salão, corredor, sala, hall de, sala de
Μεταφράσεις: entreabrir, salão, corredor, sala, hall de, sala de