Αμαξάκι στα ολλανδικά
Μετάφραση: αμαξάκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
buggy, fouten, met fouten, kinderwagen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμαξάκι
το αμαξάκι, παιδικό αμαξάκι, αμαξάκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αμαξάκι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αμίαντος στα ολλανδικά - asbest, van asbest, asbesthoudende, aan asbest
- αμαθής στα ολλανδικά - ongeletterd, onontwikkeld, onkundig, ongeleerd, ongeleerde, afgeleerd, ongeletterde
- αμαξοστοιχία στα ολλανδικά - kampeerwagen, spoortrein, tros, opleiden, gevolg, trainen, coachen, ...
- αμαρτάνω στα ολλανδικά - zonde, zondigen, de zonde, zonden, sin
Τυχαίες λέξεις
Αμαξάκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: buggy, fouten, met fouten, kinderwagen
Μεταφράσεις: buggy, fouten, met fouten, kinderwagen