Απείθεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: απείθεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongehoorzaamheid, de ongehoorzaamheid, ongehoorzaam, ongehoorzaamheid van
Απείθεια στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απείθεια

απείθεια υπαλλήλου, απείθεια πκ, απείθεια κατά της αρχής, απείθεια μάρτυρα, απείθεια πταισμα, απείθεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απείθεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • απατεώνας στα ολλανδικά - ellendeling, curve, ploert, bocht, buigen, schavuit, misdadiger, ...
  • απατηλός στα ολλανδικά - bedrieglijk, aannemelijk, kleurbaar, aannemelijke, colorable, kleurbare
  • απεγνωσμένος στα ολλανδικά - radeloos, wanhopig, hopeloos, vertwijfeld, wanhopige
  • απεικονίζω στα ολλανδικά - uitbeelden, beschrijven, verbeelden, afbeelden, portretteren, schilderen, te beelden, ...
Τυχαίες λέξεις
Απείθεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ongehoorzaamheid, de ongehoorzaamheid, ongehoorzaam, ongehoorzaamheid van