Αυθάδεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: αυθάδεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
brutaliteit, vrijpostigheid, hondsheid, vooruitstrevenheid, forwardness, volvaardigheid
Αυθάδεια στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθάδεια

αυθάδεια ετυμολογία, ισοκράτης αυθάδεια, αυθάδεια συνώνυμο, αυθάδεια βικιλεξικο, αυθάδεια ορισμός, αυθάδεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυθάδεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυγή στα ολλανδικά - morgenrood, aurora, ochtendgloren, dageraad, morgenlicht, aanbreken, zonsopgang, ...
  • αυγό στα ολλανδικά - ei, eicel, eieren, egg, eitje
  • αυθάδης στα ολλανδικά - brutaal, sassy, brutale
  • αυθαίρετος στα ολλανδικά - arbitrair, willekeurig, eigenmachtig, willekeurige, arbitraire, van willekeurige
Τυχαίες λέξεις
Αυθάδεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: brutaliteit, vrijpostigheid, hondsheid, vooruitstrevenheid, forwardness, volvaardigheid