Αυθάδεια στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αυθάδεια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
petulância, presteza, forwardness, atrevimento, desenvoltura
Αυθάδεια στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθάδεια

αυθάδεια ετυμολογία, ισοκράτης αυθάδεια, αυθάδεια συνώνυμο, αυθάδεια βικιλεξικο, αυθάδεια ορισμός, αυθάδεια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυθάδεια στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αυγή στα πορτογαλικά - madrugada, amanhecer, filha, manhã, alvorecer, aurora, alvorada
  • αυγό στα πορτογαλικά - ovo, ovos, esforço, de ovo, do ovo, de ovos
  • αυθάδης στα πορτογαλικά - petulante, audacioso, atrevida, sassy do
  • αυθαίρετος στα πορτογαλικά - arbitrário, arbitrária, arbitrárias, arbitrários
Τυχαίες λέξεις
Αυθάδεια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: petulância, presteza, forwardness, atrevimento, desenvoltura