Αυτοκτονία στα ολλανδικά
Μετάφραση: αυτοκτονία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zelfmoord, zelfdoding, suïcide, zelfmoord te, bij zelfdoding
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκτονία
αυτοκτονία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυτοκτονία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αυτοκρατορία στα ολλανδικά - imperium, keizerrijk, rijk, Empire, het Imperium
- αυτοκρατορικός στα ολλανδικά - keizerlijk, imperiaal, keizerlijke, imperiale, imperial
- αυτοκόλλητο στα ολλανδικά - spin, dolk, sluitzegel, wervelkolom, stekel, sticker, doorn, ...
- αυτοματικός στα ολλανδικά - zelfwerkend, automatisch, werktuiglijk, automaten, andere automaten, automatics, de automaten, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκτονία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zelfmoord, zelfdoding, suïcide, zelfmoord te, bij zelfdoding
Μεταφράσεις: zelfmoord, zelfdoding, suïcide, zelfmoord te, bij zelfdoding