Διαβολή στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαβολή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eerroof, laster, smaad, belasteren, lasteren, lastering
Διαβολή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβολή

η διαβολή, διαβολή συνώνυμο, διαβολή κλιση, διαβολή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαβολή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαβιβαστής στα ολλανδικά - verzender, afzender, expediteur, forwarder, de expediteur, expediteur van, de expediteur van
  • διαβλέπω στα ολλανδικά - onderscheiden, waarnemen, ik snap het, ik zie, zie ik, ik, ik zie dat
  • διαβολικός στα ολλανδικά - schalks, ondeugende, schelmse, impish, ondeugend
  • διαβρώνω στα ολλανδικά - corroderen, aantasten, corrosie, roesten, tasten
Τυχαίες λέξεις
Διαβολή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eerroof, laster, smaad, belasteren, lasteren, lastering