Διαδρομή στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαδρομή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
baanvlak, pad, weg, tracé, paadje, reisplan, route, de route, traject, route van
Διαδρομή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαδρομή

διαδρομή ελευθερίας, διαδρομή με μμμ, διαδρομή 140, διαδρομή 550, διαδρομή 608, διαδρομή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαδρομή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαδοχικός στα ολλανδικά - successie, successiestadia, de successie, successieprocessen
  • διαδραματίζω στα ολλανδικά - toegaan, gebeuren, spelen, te spelen, afspelen, speelt, speel
  • διαζύγιο στα ολλανδικά - echtscheiding, scheiding, scheiden, de echtscheiding, echtscheidingen
  • διαθέσιμος στα ολλανδικά - disponibel, beschikbaar, voorhanden, liquide, beschikbare, verkrijgbaar, beschikking
Τυχαίες λέξεις
Διαδρομή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: baanvlak, pad, weg, tracé, paadje, reisplan, route, de route, traject, route van