Διαμάχη στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαμάχη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
twist, controverse, polemiek, conflict, strijd, conflicten, van conflicten, het conflict
Διαμάχη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμάχη

διαμάχη αγγλικα, διαμάχη αθηνάς και ποσειδώνα, διαμάχη αυτοχθόνων-ετεροχθόνων, διαμάχη στα αγγλικά, διαμάχη συνώνυμα, διαμάχη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαμάχη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαλύω στα ολλανδικά - oplossen, kastijden, macereren, maceraat, verweken, moedermaceraat
  • διαμάντι στα ολλανδικά - diamant, diamanten, ruit, diamond
  • διαμένω στα ολλανδικά - resideren, wonen, huizen, leven, te leven, woont, leeft
  • διαμέρισμα στα ολλανδικά - slap, vlak, flat, vlakte, plat, flauw, appartement, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαμάχη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: twist, controverse, polemiek, conflict, strijd, conflicten, van conflicten, het conflict