Διαμάχη στα τούρκικα
Μετάφραση: διαμάχη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çekişme, mücadele, kavga, çatışma, çakışma, çatışması, çakışması, uyuşmazlık
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμάχη
διαμάχη αγγλικα, διαμάχη αθηνάς και ποσειδώνα, διαμάχη αυτοχθόνων-ετεροχθόνων, διαμάχη στα αγγλικά, διαμάχη συνώνυμα, διαμάχη λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαμάχη στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διαλύω στα τούρκικα - ıslatarak yumuşatmak, macerate, sıvıyla yumuşatılması, yumuşatıp
- διαμάντι στα τούρκικα - elmas, diamond, pırlanta, baklava
- διαμένω στα τούρκικα - oturmak, canlı, yaşamak, yaşayan, yaşıyor, yaşamaya
- διαμέρισμα στα τούρκικα - düz, daire, apartman, dairede, apartment, bir daire
Τυχαίες λέξεις
Διαμάχη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çekişme, mücadele, kavga, çatışma, çakışma, çatışması, çakışması, uyuşmazlık
Μεταφράσεις: çekişme, mücadele, kavga, çatışma, çakışma, çatışması, çakışması, uyuşmazlık