Εκούσια στα ολλανδικά

Μετάφραση: εκούσια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vrijwillig, vrijwillige, vrijwillige basis, op vrijwillige basis, op vrijwillige
Εκούσια στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκούσια

εκούσια αναγνώριση χωρίς γάμο γεννημένου τέκνου, εκούσια έξοδος εταίρου, ακούσια νοσηλεία, εκούσια αναγνώριση τέκνου, εκούσια διαδικασία, εκούσια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκούσια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκμηδενίζω στα ολλανδικά - vernietigen, te vernietigen, verdelgen, annihileren, roeien
  • εκουσίως στα ολλανδικά - vrijwillig, vrijwillige, vrijwillige basis, op vrijwillige basis, op vrijwillige
  • εκπέμπω στα ολλανδικά - stralen, uitstralen, uitzenden, omroepen, uitstoten, stoten, zenden
  • εκπίπτω στα ολλανδικά - val, schemering, herfst, aftrekken, afdaling, najaar, rissen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκούσια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vrijwillig, vrijwillige, vrijwillige basis, op vrijwillige basis, op vrijwillige