Εμπρός στα ολλανδικά

Μετάφραση: εμπρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanvaller, voorspeler, voorwaarts, vooruit, naar voren, voren, voorwaartse
Εμπρός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπρός

εμπρός πρόγραμμα, εμπρός πίσω, εμπρός μυτιλήνη, εμπρός βήμα ταχύ, εμπρός ξάνθης, εμπρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εμπρός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εμπρηστικός στα ολλανδικά - brandstichtend, opruiend, inflammatoire, inflammatoir, ontstekingsreactie, ontstekingsziekten
  • εμπριμέ στα ολλανδικά - afdruk, boekdrukken, afdrukken, printen, sits, chintz, sitsen, ...
  • εμπόδιο στα ολλανδικά - heining, hek, slagboom, barrière, storing, versperring, afsluiting, ...
  • εμπόρευμα στα ολλανδικά - handelswaar, artikel, handelsartikel, waren, koopwaar, grondstoffen, grondstof, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanvaller, voorspeler, voorwaarts, vooruit, naar voren, voren, voorwaartse