Ενδοχώρα στα ολλανδικά
Μετάφραση: ενδοχώρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
achterland, hinterland, het achterland, binnenland, achterlandverbindingen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδοχώρα
ενδοχώρα εμπειρίκος, ενδοχώρα λεξικό, ενδοχώρα ορισμόσ, ενδοχώρα άνδρος, ενδοχώρα wikipedia, ενδοχώρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ενδοχώρα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφερόμενος στα ολλανδικά - rap, vief, wakker, druk, tierig, levendig, kras, ...
- ενδοτικός στα ολλανδικά - toegevend, concessieve, concessief, concessionele, toegeving
- ενδυμασία στα ολλανδικά - kostuum, gewaad, klederdracht, dracht, pak, kleding, kledij, ...
- ενδυναμώνω στα ολλανδικά - sterken, zenuw, zenuwen, de zenuwen, zenuw-, nervus
Τυχαίες λέξεις
Ενδοχώρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: achterland, hinterland, het achterland, binnenland, achterlandverbindingen
Μεταφράσεις: achterland, hinterland, het achterland, binnenland, achterlandverbindingen