Ενδοχώρα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ενδοχώρα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hinterland, interior, sertão, interior da, do interior
Ενδοχώρα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενδοχώρα

ενδοχώρα εμπειρίκος, ενδοχώρα λεξικό, ενδοχώρα ορισμόσ, ενδοχώρα άνδρος, ενδοχώρα wikipedia, ενδοχώρα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ενδοχώρα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ενδιαφερόμενος στα πορτογαλικά - animado, afiado, quilha, vivo, alerta, ágil, preocupado, ...
  • ενδοτικός στα πορτογαλικά - concessivo, concessiva, concessivas, vantajosas
  • ενδυμασία στα πορτογαλικά - veste, traje, costume, vestuário, attire, trajes, vestuário do
  • ενδυναμώνω στα πορτογαλικά - esforçar, quadragésima, reforçar, fortalecer, fortificar, poder, força, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενδοχώρα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: hinterland, interior, sertão, interior da, do interior