Ιμπρεσιονιστικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ιμπρεσιονιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
impressionist, impressionistische, impressionistisch, impressionist van, van de impressionist
Ιμπρεσιονιστικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιμπρεσιονιστικός

ιμπρεσιονιστικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιμπρεσιονιστικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ιμάντας στα ολλανδικά - mep, slag, klop, klap, veeg, klets, zone, ...
  • ιμπρεσιονιστής στα ολλανδικά - impressionist, impressionistische, impressionist het, impressionistisch, impressionist van
  • ιονίζω στα ολλανδικά - ioniseren, ionize, ionizeren, te ioniseren, ioniseren van
  • ιππασία στα ολλανδικά - paardrijden, rijden, huifkartochten, berijden, het berijden
Τυχαίες λέξεις
Ιμπρεσιονιστικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: impressionist, impressionistische, impressionistisch, impressionist van, van de impressionist