Ιπποσύνη στα ολλανδικά
Μετάφραση: ιπποσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ridderlijkheid, ridderschap, chivalry, de ridderschap, riddertijd
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιπποσύνη
ιπποσύνη λεξικό, ιπποσύνη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιπποσύνη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ιπποπόταμος στα ολλανδικά - nijlpaard, Hippo, nijlpaarden, van Hippo, Hippo van
- ιπποσκευή στα ολλανδικά - harnas, harness, tuig, tuigje, kabelboom
- ιπποτροφείο στα ολλανδικά - stoeterij, paardenfokkerij, stoeterij van, stoeterij en, haras
- ιππότης στα ολλανδικά - paard, ridder, Knight, de Ridder, ridder van
Τυχαίες λέξεις
Ιπποσύνη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ridderlijkheid, ridderschap, chivalry, de ridderschap, riddertijd
Μεταφράσεις: ridderlijkheid, ridderschap, chivalry, de ridderschap, riddertijd