Κάποτε στα ολλανδικά

Μετάφραση: κάποτε, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
terwijl, eens, eenmaal, als, ex-, vroeger, vorig, gewezen, toen, voormalig, wanneer, voorgaand, ooit, soms, ergens, enige tijd
Κάποτε στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάποτε

κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί, κάποτε στην αμερική, κάποτε στη δύση, κάποτε στη μελωδιούπολη, κάποτε θα ρθουν, κάποτε λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κάποτε στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κάπαρη στα ολλανδικά - grap, kappertjes, kappers, capers, de kappertjes, capriolen
  • κάποιος στα ολλανδικά - snuiter, kerel, personage, individu, enkeling, enig, vent, ...
  • κάπρος στα ολλανδικά - mannetjesvarken, zwijnen, zwijn, beer, everzwijn
  • κάπως στα ολλανδικά - ietwat, enigszins, iets, wat, beetje
Τυχαίες λέξεις
Κάποτε στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: terwijl, eens, eenmaal, als, ex-, vroeger, vorig, gewezen, toen, voormalig, wanneer, voorgaand, ooit, soms, ergens, enige tijd