Καγκελάριος στα ολλανδικά
Μετάφραση: καγκελάριος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kanselier, Chancellor, bondskanselier, kanselier van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καγκελάριος
καγκελάριος wiki, καγκελάριος αντενάουερ, καγκελάριος βίσμαρκ, καγκελάριος μπρούνινγκ, καγκελάριος γερμανίας, καγκελάριος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καγκελάριος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καβουρντίζω στα ολλανδικά - bakken, branden, fruiten, braden, roosteren, geroosterd, gebraden, ...
- καβούκι στα ολλανδικά - kinkhoorn, rugschild, schaal, schelp, schild, beschieten, huisje, ...
- καδένα στα ολλανδικά - ketting, keten, chain, keten van
- καδρόνι στα ολλανδικά - spaak, straal, ribbe, balk, onderlegger, balken, liggers, ...
Τυχαίες λέξεις
Καγκελάριος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kanselier, Chancellor, bondskanselier, kanselier van
Μεταφράσεις: kanselier, Chancellor, bondskanselier, kanselier van