Κακάο στα ολλανδικά

Μετάφραση: κακάο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cacao, cacao-, van cacao, chocolademelk
Κακάο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κακάο

κακάο ρόφημα θερμίδες, κακάο ιδιότητες, κακάο θερμίδες, κακάο καφεϊνη, κακάο ρόφημα συνταγή, κακάο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κακάο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καιρός στα ολλανδικά - tijd, weer, maal, weder, poos, keer, weersomstandigheden, ...
  • κακά στα ολλανδικά - slecht, slechte, bad, erg, kwaad
  • κακία στα ολλανδικά - ontucht, slechtheid, goddeloosheid, boosheid, kwaad, verdorvenheid
  • κακαρίζω στα ολλανδικά - klokken, tokken, klok, cluck, kakelen
Τυχαίες λέξεις
Κακάο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: cacao, cacao-, van cacao, chocolademelk