Καλοσύνη στα ολλανδικά
Μετάφραση: καλοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
welwillendheid, goedheid, goede, de goedheid, het goede, goedertierenheid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλοσύνη
καλοσύνη συνώνυμα, καλοσύνη των ξένων, καλοσύνη ετυμολογία, καλοσύνη πεθανε, καλοσύνη λεξικό, καλοσύνη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καλοσύνη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καλοκαίρι στα ολλανδικά - zomer, de zomer, summer
- καλοριφέρ στα ολλανδικά - radiator, radiateur, radiatoren, straler, de radiator
- καλοφαγάς στα ολλανδικά - smulpaap, Gourmand, gastronomische
- καλοφτιαγμένος στα ολλανδικά - goed gevormd, shapely, welgevormde, mooi gevormde, gevormd
Τυχαίες λέξεις
Καλοσύνη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: welwillendheid, goedheid, goede, de goedheid, het goede, goedertierenheid
Μεταφράσεις: welwillendheid, goedheid, goede, de goedheid, het goede, goedertierenheid