Καλοσύνη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καλοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bondade, bem, Deus, a bondade, bens
Καλοσύνη στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλοσύνη

καλοσύνη συνώνυμα, καλοσύνη των ξένων, καλοσύνη ετυμολογία, καλοσύνη πεθανε, καλοσύνη λεξικό, καλοσύνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καλοσύνη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καλοκαίρι στα πορτογαλικά - verão, sumário, de verão, do verão, o verão
  • καλοριφέρ στα πορτογαλικά - irradiar, radiar, radiador, do radiador, radiador de, de radiador, radiadores
  • καλοφαγάς στα πορτογαλικά - comilão, guloso, Gourmand, gourmet, gourmands
  • καλοφτιαγμένος στα πορτογαλικά - bem feito, simétrico, bem talhado, bem modelado, shapely
Τυχαίες λέξεις
Καλοσύνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bondade, bem, Deus, a bondade, bens