Κινητικότητα στα ολλανδικά
Μετάφραση: κινητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mobiliteit, beweeglijkheid, de mobiliteit, mobiliteit van, de mobiliteit van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κινητικότητα
κινητικότητα εμβρύου, κινητικότητα υπαλλήλων πανεπιστημίων, κινητικότητα σχολικών φυλάκων, κινητικότητα υπαλλήλων, κινητικότητα στους οτα, κινητικότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κινητικότητα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κιμωλία στα ολλανδικά - krijt, kalk, chalk
- κινηματογραφικός στα ολλανδικά - cinema, kina, filmkunst, bioscoop, film, movie, filmpje, ...
- κινητός στα ολλανδικά - roerend, los, mobiel, beweegbaar, beweeglijk, mobiele, Mobile, ...
- κινούμαι στα ολλανδικά - beroering, beweging, ontroeren, bewegen, woeling, troebelen, aangrijpen, ...
Τυχαίες λέξεις
Κινητικότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: mobiliteit, beweeglijkheid, de mobiliteit, mobiliteit van, de mobiliteit van
Μεταφράσεις: mobiliteit, beweeglijkheid, de mobiliteit, mobiliteit van, de mobiliteit van