Λαθρέμπορος στα ολλανδικά

Μετάφραση: λαθρέμπορος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sluikhandelaar, smokkelaar, Smuggler, mensensmokkelaar, de smokkelaar, smokkelaar van
Λαθρέμπορος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαθρέμπορος

ο λαθρέμπορος, λαθρέμπορος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λαθρέμπορος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λαγωνικό στα ολλανδικά - hazewind, windhond, hazewindhond, bloedhond, Bloodhound, de Bloedhond, van de Bloedhond, ...
  • λαγός στα ολλανδικά - haas, hazen, hare
  • λαθρεμπόριο στα ολλανδικά - smokkelen, smokkelarij, smokkel, de smokkel, het smokkelen
  • λαθροκυνηγός στα ολλανδικά - stropers, Poachers, De stropers, stropers te, van Poachers
Τυχαίες λέξεις
Λαθρέμπορος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: sluikhandelaar, smokkelaar, Smuggler, mensensmokkelaar, de smokkelaar, smokkelaar van