Λαθρέμπορος στα ουκρανικά
Μετάφραση: λαθρέμπορος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
контрабандист, контрабандиста
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαθρέμπορος
ο λαθρέμπορος, λαθρέμπορος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λαθρέμπορος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λαγωνικό στα ουκρανικά - хортиця, хорт, шукач, нишпорка
- λαγός στα ουκρανικά - заєць, заяц
- λαθρεμπόριο στα ουκρανικά - контрабанда, контрабанду
- λαθροκυνηγός στα ουκρανικά - вмішуватися, втручатися, грузнути, переймати, браконьєри, браконьєрів
Τυχαίες λέξεις
Λαθρέμπορος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: контрабандист, контрабандиста
Μεταφράσεις: контрабандист, контрабандиста