Λεπτό στα ολλανδικά

Μετάφραση: λεπτό, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
moment, tijdstip, tel, minuut, wip, oogwenk, ogenblik, minuten, minute
Λεπτό στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεπτό

λεπτό έντερο μήκος, λεπτό φύλλο ξύλου, λεπτό χαρτί, λεπτό έντερο, λεπτό και παχύ έντερο, λεπτό λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λεπτό στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λεπτομέρεια στα ολλανδικά - bijzonderheid, item, detail, details, gedetailleerd
  • λεπτομερής στα ολλανδικά - wip, minuut, ogenblik, tel, gedetailleerd, moment, ampel, ...
  • λεπτός στα ολλανδικά - teder, tactvol, delicaat, zwak, licht, spitsvondig, fijn, ...
  • λεπτότητα στα ολλανδικά - versnapering, snoepgoed, lekkernij, fijnheid, gehalte, gehalten, de fijnheid, ...
Τυχαίες λέξεις
Λεπτό στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: moment, tijdstip, tel, minuut, wip, oogwenk, ogenblik, minuten, minute