Λεπτό στα ουκρανικά

Μετάφραση: λεπτό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маленький, малий, хвилин, хв, мінут
Λεπτό στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεπτό

λεπτό έντερο μήκος, λεπτό φύλλο ξύλου, λεπτό χαρτί, λεπτό έντερο, λεπτό και παχύ έντερο, λεπτό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λεπτό στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λεπτομέρεια στα ουκρανικά - подробиця, деталь, деталізувати, детально, докладно, детальніше, докладніше
  • λεπτομερής στα ουκρανικά - ускладнений, всеосяжний, виділений, детальний, малий, ретельний, досконалий, ...
  • λεπτός στα ουκρανικά - хитрий, гостра, неміцний, незначний, украдливий, витончений, чуттєвий, ...
  • λεπτότητα στα ουκρανικά - делікатес, дотеп, тонкість, ніжність, майстерність, вишуканість, гострота, ...
Τυχαίες λέξεις
Λεπτό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: маленький, малий, хвилин, хв, мінут