Λουκάνικο στα ολλανδικά

Μετάφραση: λουκάνικο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beuling, worst, worstjes, sausage, worsten, worst van
Λουκάνικο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουκάνικο

λουκάνικο χωριάτικο θερμίδες, λουκάνικο στη λαδόκολλα με λαχανικά, λουκάνικο με πατάτες στο φούρνο, λουκάνικο με πράσο, λουκάνικο χωριάτικο, λουκάνικο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λουκάνικο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λοξός στα ολλανδικά - scheef, indirect, schuin, schuine, scheve, oblique
  • λοξότητα στα ολλανδικά - scheef, skew, scheve, schuine, schuin
  • λουλουδάτος στα ολλανδικά - sprigged
  • λουλουδένιος στα ολλανδικά - bloem, Flower, de Bloem van, van de bloem, De Bloem
Τυχαίες λέξεις
Λουκάνικο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beuling, worst, worstjes, sausage, worsten, worst van