Λουκάνικο στα πολωνικά

Μετάφραση: λουκάνικο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
parówka, podgardlanka, kiełbaska, kiełbasa, kiełbaski, wędlina, sausage, kiełbasy, kiełbas
Λουκάνικο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουκάνικο

λουκάνικο χωριάτικο θερμίδες, λουκάνικο στη λαδόκολλα με λαχανικά, λουκάνικο με πατάτες στο φούρνο, λουκάνικο με πράσο, λουκάνικο χωριάτικο, λουκάνικο λεξικό γλώσσας πολωνικά, λουκάνικο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • λοξός στα πολωνικά - krzywo, nieuczciwy, niewyraźny, opaczny, obcinać, skośnie, nieszczery, ...
  • λοξότητα στα πολωνικά - ukośność, pośredniość, fałsz, pochyłość, skośność, nieuczciwość, krzywy, ...
  • λουλουδάτος στα πολωνικά - kwiatowy, roślinny, sprigged
  • λουλουδένιος στα πολωνικά - kwiecisty, roślinny, kwiatowy, kwiat, kwiatek, Flower, kwiatów, ...
Τυχαίες λέξεις
Λουκάνικο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: parówka, podgardlanka, kiełbaska, kiełbasa, kiełbaski, wędlina, sausage, kiełbasy, kiełbas