Ντους στα ολλανδικά
Μετάφραση: ντους, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
douche, douchen, stortbad, een douche, bad, shower
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντους
ντους καμπινγκ, ντους πουα, ντους ονειροκριτης, ντους εξωτερικου χωρου, ντους κηπου, ντους λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ντους στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ντουλάπα στα ολλανδικά - hangkast, kleerkast, kast, closet, vaste kast, toilet
- ντουλάπι στα ολλανδικά - kast, inbouwkast, meubel, kastje, meterkast
- ντροπή στα ολλανδικά - schaamte, schande, jammer, jammer dat, beschaamd
- ντροπαλός στα ολλανδικά - verlegen, schuw, blo, timide, bedeesd, bevangen, beschroomd
Τυχαίες λέξεις
Ντους στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: douche, douchen, stortbad, een douche, bad, shower
Μεταφράσεις: douche, douchen, stortbad, een douche, bad, shower