Betovering στα ελληνικά
Μετάφραση: betovering, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγεύω, διάστημα, συλλαβίζω, ξόρκι, ορθογραφώ, θέλγω, γοητεύω, γοητεία, μαγεία, enchantment, γοητείας, η γοητεία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betoveren στα ελληνικά - γοητεύω, σαγηνεύω, μαγεύουν, μαγέψει, μαγέψουν, γοητεύσει, enchant
- betoverend στα ελληνικά - νόστιμος, τερπνός, μαγευτικός, σαγηνευτικός, ευφρόσυνος, ευχάριστος, γοητευτικά, ...
- betrachten στα ελληνικά - ασκώ, κάνω, άσκηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
- betrappen στα ελληνικά - έκπληξη, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Τυχαίες λέξεις
Betovering στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγεύω, διάστημα, συλλαβίζω, ξόρκι, ορθογραφώ, θέλγω, γοητεύω, γοητεία, μαγεία, enchantment, γοητείας, η γοητεία
Μεταφράσεις: μαγεύω, διάστημα, συλλαβίζω, ξόρκι, ορθογραφώ, θέλγω, γοητεύω, γοητεία, μαγεία, enchantment, γοητείας, η γοητεία