Ομοσπονδία στα ολλανδικά

Μετάφραση: ομοσπονδία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bond, federatie, Federation, Federation Alles, federatie van
Ομοσπονδία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομοσπονδία

ομοσπονδία βόλει, ομοσπονδία κωφών ελλάδος, ομοσπονδία ποδηλασίας, ομοσπονδία χειροσφαίρισης, ομοσπονδία αρτοποιών ελλάδος, ομοσπονδία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ομοσπονδία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ομολογώ στα ολλανδικά - toegeven, bekennen, erkennen, biechten, belijden, te belijden
  • ομορφιά στα ολλανδικά - stuk, knapheid, schoonheid, schone, fraaiheid, Beauty, Schoonheidsverkiezingen, ...
  • ομοσπονδιακός στα ολλανδικά - federaal, federale, Federal, de federale, Federatieve
  • ομοφυλοφιλία στα ολλανδικά - homoseksualiteit, homosexualiteit, Homosexuality, van homoseksualiteit, De homoseksualiteit
Τυχαίες λέξεις
Ομοσπονδία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bond, federatie, Federation, Federation Alles, federatie van