Πετροβολώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: πετροβολώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
steen, edelgesteente, rots, aarden, edelsteen, rotsblok, petrovolo
Πετροβολώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πετροβολώ

πετροβολώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πετροβολώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πετεινός στα ολλανδικά - haan, snikkel, tap, pik, leuter, kraan, jongeheer, ...
  • πετράδι στα ολλανδικά - edelsteen, kleinood, steen, edelgesteente, juweel, parel, juweeltje, ...
  • πετσέτα στα ολλανδικά - servet, handdoek, hand doek, doek, handdoeken, een handdoek
  • πετσετάκι στα ολλανδικά - servet, onderleggertje, doily, kleedje, dekservet
Τυχαίες λέξεις
Πετροβολώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: steen, edelgesteente, rots, aarden, edelsteen, rotsblok, petrovolo