Πλασματικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: πλασματικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fictief, gefingeerd, fictieve, gefingeerde, denkbeeldige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλασματικός
πλασματικός χρόνος παιδιών ικα, πλασματικός χρόνος παιδιών, πλασματικός χρόνος ασφάλισης, πλασματικός χρόνος για τα παιδιά ανεξάρτητα από την ηλικία τους, πλασματικός χρόνος στο δημόσιο, πλασματικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πλασματικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- πλανήτης στα ολλανδικά - planeet, zwerfster, aarde, wereld, de planeet, planet
- πλανόδιος στα ολλανδικά - landloper, zwerver, vagebond, rondreizend, ambulante, routes, rondtrekkende
- πλαστικός στα ολλανδικά - plastic, plastiek, plastisch, kunststof, plastische
- πλαστογραφία στα ολλανδικά - navolging, vervalsen, vervalsing, namaak, bedrieger, vals, nabootsing, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλασματικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fictief, gefingeerd, fictieve, gefingeerde, denkbeeldige
Μεταφράσεις: fictief, gefingeerd, fictieve, gefingeerde, denkbeeldige