Προστυχιά στα ολλανδικά
Μετάφραση: προστυχιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
laagte, lowness, laagheid, geringheid
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προστυχιά
προστυχιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, προστυχιά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- προστριβή στα ολλανδικά - wrijving, frictie, de wrijving, wrijving te
- προστυχαίνω στα ολλανδικά - prostychaino
- προσυπογράφω στα ολλανδικά - mede-ondertekening, contrasigneren, medeondertekenen, te contrasigneren, mede te ondertekenen
- προσφέρω στα ολλανδικά - offerte, spelen, verschaffen, vertalen, aanbieding, vertonen, presenteren, ...
Τυχαίες λέξεις
Προστυχιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: laagte, lowness, laagheid, geringheid
Μεταφράσεις: laagte, lowness, laagheid, geringheid